Ελένη Χαλμαντζή - Ψυχολόγος

Κυριακή 29 Ιανουαρίου 2012

Η ζήλεια στις ερωτικές σχέσεις.

 
Η ζήλια είναι ένα φαρμακερό τέρας, που άμα σε δαγκώσει χάνεις τη λογική σου, την κρίση σου και την αξιοπρέπειά σου. Είναι ένα φαρμάκι που τρέχει μέσα στο αίμα σου και κάθε φορά που φτάνει στην καρδιά σου νιώθεις ένα πόνο και ένα σφίξιμο, που χωρίς να το θέλεις θολώνει το μυαλό σου και αντιδράς εντελώς παράλογα, σαν να σε χτυπάει αλύπητα το μαστίγιο της τρέλας. Η ζήλια δεν έχει όρια, αυτός που ζηλεύει, ζηλεύει τους πάντες και τα πάντα, τη γυναίκα του, τους φίλους του, τους ξένους, ακόμη και τα παιδιά του, με διαφορετικό τρόπο κατά περίσταση, αλλά το άρρωστο αποτέλεσμα παραμένει το ίδιο.
  Πόσο διαφορετικοί είναι άραγε οι άντρες από τις γυναίκες όσον αφορά το πώς βιώνουν τα συναισθήματα ζήλειας; Οι άντρες, από τη φύση τους πιο επιθετικοί και περισσότερο διεκδικητικοί, όπως επίσης έχουν την τάση να κυριαρχούν στο χώρο τους και να τον οριοθετούν αυστηρά. Οι γυναίκες από την άλλη, τείνουν να προστατεύουν επαρκώς τη φωλιά τους, ιδιαίτερα σε περίοδο σοβαρής σχέσης που ενδεχόμενα να οδηγήσει και στην τεκνοποίηση, κάτι που σημαίνει ότι διεκδικούν το αρσενικό τους, ειδικά το επίλεκτο, έναντι κάθε ανταγωνισμού.
  Οι προσταγές της φύσης μας είναι τέτοιες που σίγουρα διεκδικούμε το σύντροφό μας, ασχέτως αν αυτό το δείχνουμε και το επικοινωνούμε έντονα, άμεσα ή το κρατάμε βαθειά κρυμμένο μέσα μας. Θα έλεγα πως η υγιής ψυχολογικά στάση ζωής είναι όντως αυτή της διεκδίκησης του ερωτικού μας συντρόφου, με τρόπους βέβαια ωφέλιμους για τη σχέση και όχι αποπνικτικούς ή απειλητικούς για τον συνάνθρωπό μας. Το να κρατάμε τη σχέση μας σε μια συνεχή, το κατά δύναμιν, δημιουργική κατάσταση, το να φροντίζουμε τις ανάγκες του συντρόφου μας, το να αφουγκραζόμαστε τις δυσκολίες που απαιτούν κατά καιρούς αναπροσαρμογή των συνηθισμένων μονοπατιών σκέψης μέσα στη σχέση, είναι διάφοροι τρόποι να διεκδικούμε και να κρατάμε το σύντροφό μας κοντά μας μέσα στη σχέση.

  Έρωτας και ζήλια είναι δυο έννοιες που συχνά πάνε μαζί. Είναι πραγματικά αμφίβολο αν υπάρχει άνθρωπος στον κόσμο που να έχει ερωτευτεί και να μην έχει ζηλέψει το σύντροφο του. Είτε γιατί αισθάνεται ανασφάλεια, είτε γιατί είναι από τη φύση του άκρως κτητικός και γεμάτος εμμονές, η ζήλια πάντα μπορεί να βρει τρόπο να τρυπώσει και να εμφανιστεί.

  Η ζήλια είναι συνδυασμός συναισθημάτων και για αυτό είναι τόσο σφοδρή και εκτός ελέγχου κάποιες φορές. Περιλαμβάνει το φόβο, την ανασφάλεια, το άγχος, το θυμό, την οργή, την απελπισία. Ενδιαφέρον είναι ότι όλοι μας αναγνωρίζουμε τις καταστροφικές της δυνατότητες και ότι μπορεί να αποτελέσει το μεγαλύτερο αγκάθι στις σχέσεις των ζευγαριών, αλλά από την άλλη όλοι μας θεωρούμε περίεργο να είναι κάποιος ερωτευμένος και να μη ζηλεύει ποτέ.

  Όλοι οι άνθρωποι που έχουν ζηλέψει έχουν φαντασιωθεί να προκαλούν καταστροφές σαν ταύροι σε υαλοπωλείο για να εκδικηθούν αυτόν ή αυτήν που τους έκλεψε το ταίρι. Η φαντασίωση της βίας είναι λογική και αναμενόμενη και μερικές φορές δρα ηρεμιστικά. Άλλες φορές πάλι η βία μπορεί να κορυφωθεί και να φτάσει σε ακραίες καταστάσεις. Όλοι μας ξέρουμε ότι τα εγκλήματα ζήλιας είναι σχετικά συνηθισμένο φαινόμενο, αν και συνήθως είναι οι άντρες που στρέφονται κατά των γυναικών τους, ή του αντίπαλου δέους.

  Η ζήλια σε ανεκτά όρια μπορεί να μην σκοτώσει τον έρωτα, μπορεί να τον επαναφέρει και να τον αναζωογονήσει. Μερικές φορές οι άνθρωποι που γίνονται αντικείμενα ζήλιας από τον σύντροφό τους, αισθάνονται κολακευμένοι και αρχίζουν να αισθάνονται καλύτερα μέσα στη σχέση τους, ξέροντας ότι το έτερον τους ήμισυ ενδιαφέρεται για αυτούς πραγματικά.

  Επειδή όμως αυτά τα παιχνίδια είναι επικίνδυνα και η ζήλια είναι δίκοπο μαχαίρι, καλό είναι να θυμόμαστε ότι πάνω από όλα χρειαζόμαστε μέτρο και ηρεμία στη σχέση μας. Ο έρωτας είναι πολύ σημαντικός για να παίζουμε μαζί του και να τον καταστρέφουμε με τη ζήλια.

«...H ζήλια... Μπορείς να ’σαι μεγάλη καρδιά, να νιώθεις τον πιο αγνό έρωτα, γεμάτο αυτοθυσία, κι ωστόσο να κρύβεσαι κάτω απ’ τα τραπέζια, να δωροδοκείς τους χειρότερους παλιανθρώπους και να υπομένεις τη χειρότερη βρωμιά της σπιουνιάς και της κατασκοπείας... Είναι δύσκολο να φανταστεί κανείς πόσα μπορεί να υποφέρει, σε πόσα να υποταχτεί και πόσα να συγχωρέσει ένας ζηλιάρης».

Κυριακή 22 Ιανουαρίου 2012

Σχέσεις και Σεξουαλική εξάρτηση.


Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το σεξ αποτελεί φυσιολογικό τμήμα της ανθρώπινης ζωής. Όταν, όμως, μονοπωλεί τις σκέψεις, όταν η ανάγκη γι' αυτό γίνεται τόσο μεγάλη ώστε επεμβαίνει στην εργασία και τις σχέσεις και όταν δεν μπορεί κανείς να ελέγξει τις ορμές του όσο κι αν προσπαθεί, τότε είναι πολύ πιθανόν να έχει μετατραπεί σε αληθινό πρόβλημα.
  Το πως ακριβώς θα ονομαστεί αυτό το πρόβλημα, δεν είναι ακόμα ξεκάθαρο. Πολλοί ειδικοί υποστηρίζουν ότι όσοι νιώθουν μια εσώτερη δύναμη να τους σπρώχνει στο σεξ είναι απλώς εθισμένοι σ' αυτό. Άλλοι αντιτείνουν ότι πρόκειται για ψυχιατρικό πρόβλημα, που ανήκει στην κατηγορία των ιδεοληπτικών-καταναγκαστικών διαταραχών.
  Είναι γνώριμη η συμπεριφορά στους ειδικούς μέσα από τις περιπτώσεις ατόμων που ολόκληρη η καθημερινότητα τους περιστρέφεται γύρω από τη αναζήτηση σεξουαλικών δραστηριοτήτων και εμπειριών και η οποία συνοδεύεται από υπερκατανάλωση χρόνου «ερωτικοποίησης» του εαυτού τους, αναζήτησης σεξουαλικών εμπειριών και σεξουαλικής ικανοποίησης.
  Τόσο οι άνδρες, όσο και οι γυναίκες μπορεί να επιδείξουν τέτοια συμπεριφορά, ακόμα και όταν κατά τα άλλα λειτουργούν άψογα μέσα στην κοινωνία, κάτι που ισχύει για την πλειονότητα από αυτούς. Οι περισσότεροι πάσχοντες είναι επίσης παντρεμένοι ή έχουν έναν μακροχρόνιο σύντροφο.
  Πολλοί από τους άνδρες αντιμετωπίζουν προβλήματα με την αληθινή οικειότητα, και χρησιμοποιούν το σεξ για να αντιμετωπίσουν προβλήματα, όπως η μοναξιά, η κατάθλιψη, το άγχος ή το στρες της καθημερινής ζωής. Με άλλα λόγια, χρησιμοποιούν εντελώς παρορμητικά το σεξ ως τρόπο σωματικής και ψυχολογικής εκτόνωσης.
  Τα πρώτα στάδια του έρωτα είναι έντονα, γεμάτα εκπλήξεις και συγκινήσεις. Η πραγματική οικειότητα όμως, αυτή που χαρακτηρίζει μια σταθερή και δυνατή σχέση, είναι κάτι που έρχεται αργότερα, εξελίσσεται με το χρόνο και είναι κάτι παραπάνω από σεξουαλικό πάθος, ένταση, και ρομαντισμό.
  Όμως, για το άτομο που είναι εξαρτημένο από την αγάπη και το σεξ, ο έρωτας, η σεξουαλικότητα, η οικειότητα, τα όμορφα συναισθήματα μιας σχέσης είναι γεμάτα παγίδες, άγχος και ψυχικό πόνο. Τα άτομα αυτά ζουν σε ένα χαοτικό συναισθηματικό κόσμο απόγνωσης κι απελπισίας, με τον μόνιμο φόβο ότι θα μείνουν μόνα ή ότι θα τα απορρίψουν οι άλλοι και κυνηγούν διαρκώς την τέλεια σχέση που θα δώσει τέλος σε όλα τους τα προβλήματα.
  Αντίθετα με τον ψυχικά υγιή άνθρωπο που ψάχνει για μια σχέση που θα του συμπληρώνει τη ζωή, το άτομο με εξάρτηση από την αγάπη και το σεξ ψάχνει για κάτι έξω από τον εαυτό του, ένα άλλο άτομο, μια σχέση ή εμπειρία, που θα του προσφέρει την συναισθηματική και ψυχολογική σταθερότητα που το ίδιο δε διαθέτει.
Έτσι, όπως ο ναρκομανής χρησιμοποιεί το ναρκωτικό και ο αλκοολικός το ποτό, ο άνθρωπος με εξάρτηση από την αγάπη και τις σχέσεις, τις χρησιμοποιεί για να διορθώσει τον εαυτό του και να διασφαλίσει τη συναισθηματική του ισορροπία.
  Όταν όμως ο έρωτας και η σεξουαλικότητα χρησιμοποιούνται ως τρόπος για να ανταπεξέλθει κανείς στη ζωή και όχι για προσωπική ανάπτυξη, μοίρασμα και συντροφικότητα, η επιλογή του παρτενέρ συνήθως είναι λανθασμένη. Οι αποφάσεις παίρνονται βάσει κριτηρίων όπως, «αν θα με εγκαταλείψει ή όχι», «πόσο καλή είναι η σεξουαλική μας ζωή», «πώς θα καταφέρω να τον/την κρατήσω».
  Τέτοιου είδους σχέσεις δημιουργούν εξάρτηση, ενοχές και συχνά κακομεταχείριση. Επειδή το άτομο με την εξάρτηση είναι πεπεισμένο ότι δεν αξίζει, δεν αισθάνεται ότι αγαπιέται, νιώθει ότι δεν έχει αξία και δεν πιστεύει στον εαυτό του, χρησιμοποιεί τη γοητεία, τον έλεγχο, τον δόλο για να προσελκύσει και να κρατήσει τον/τη σύντροφό του.
Πάνω στην απελπισία που του δημιουργείται βιώνοντας τέτοιες σχέσεις, μπορεί να παρουσιάσει επεισόδια ανορεξίας ή βουλιμίας. Η ολική αποχή από το παιχνίδι των σχέσεων χρησιμοποιείται μερικές φορές χωρίς επιτυχία, αφού δε λύνει τα ψυχολογικά προβλήματα που βρίσκονται στη βάση αυτής της συμπεριφοράς.
  Τελειώνοντας είναι σημαντικό να αναφερθεί πως τα άτομα που είναι εξαρτημένα από την αγάπη και το σεξ, όπως και τα άτομα που έχουν εξάρτηση από τα ναρκωτικά ή το ποτό, δε μαθαίνουν από τις συνέπειες των πράξεών τους και τα λάθη τους. Όταν ο πόνος από αυτές τις συμπεριφορές και καταστάσεις γίνει μεγαλύτερος από τον πόνο και την πρόκληση του να δημιουργούν αλλαγή, τότε ξεκινάει η απεξάρτηση τους.

Τρίτη 17 Ιανουαρίου 2012

Ψέματα ή Αλήθεια?

 
Ένα ζήτημα που έχει απασχολήσει όλους ανά καιρούς. Γιατί άραγε οι άνθρωποι λένε ψέματα, γιατί αποκρύπτουν την αλήθεια και γιατί δεν είναι ειλικρινείς; Το ψέμα έχει τη δύναμη να εισβάλει στη ζωή μας για πολλούς και διαφορετικούς λόγους. Και δυστυχώς όλοι έχουμε πολλές φορές δεχτεί ή πει ψέματα, σε κάποιες από αυτές τις περιπτώσεις και ίσως με οδυνηρές συνέπειες.
  Στο ψέμα καταφεύγουμε κυρίως για ψυχολογικούς λόγους. Λέμε συνειδητά ψέματα από φόβο, θεωρώντας ότι έτσι αντιμετωπίζουμε ευκολότερα οποιαδήποτε δύσκολη κατάσταση, από ανασφάλεια και έλλειψη αυτοπεποίθησης, προσπαθώντας να δείξουμε ότι είμαστε κάτι διαφορετικό από αυτό που πραγματικά είμαστε. Αρχικά το ψέμα ησυχάζει τον άνθρωπο που το χρησιμοποιεί, τον βάζει ταυτόχρονα όμως και σε ένα φαύλο κύκλο-όπου για να καλύψει το ένα ψέμα αναγκάζεται να χρησιμοποιήσει και ένα δεύτερο.
  Το ψέμα είναι μια επίκτητη κοινωνική ικανότητα. Μαθαίνουμε εύκολα να καταφεύγουμε στα ψεύδη, και μάλιστα από την παιδική ηλικία, καθώς, όπως επισημαίνουν οι ψυχολόγοι, οι βάσεις μπαίνουν από το οικογενειακό περιβάλλον. Ένα παιδί που υφίσταται πίεση θα μάθει να χρησιμοποιεί το ψέμα ως λύση και διέξοδο ενώ σημαντικό ρόλο παίζει και το πόσο συχνά βλέπει να υπάρχει το ψεύδος στην καθημερινότητα της οικογένειας του.
  Υπάρχουν διαβαθμίσεις στα είδη των ψεμάτων που λέμε, από τα γνωστά αναγκαστικά ψέματα, που χρησιμοποιούμε για να μην στενοχωρήσουμε τους γύρω μας ή για να μην εκτεθούμε μέχρι τη μυθομανία. Αυτή η τελευταία κατάσταση κρίνεται από τους ειδικούς σε αρκετές περιπτώσεις παθολογική. Αυτό σημαίνει πως ένας άνθρωπος έχει στήσει ολόκληρη τη ζωή του πάνω σε ψέματα, που πολλές φορές δεν είναι καν απαραίτητα και αφορούν ασήμαντες λεπτομέρειες.
  Πέρα όμως από αυτή την ακραία κατάσταση, στην καθημερινή ζωή ένας από τους κυριότερους λόγους που λέμε ψέματα είναι πρώτα η αίσθηση εξιδανίκευσης του εαυτού για να αρέσει σε εμάς τους ίδιους και έπειτα  η ανάγκη για αποδοχή από τους άλλους. Το ψέμα μπορεί να λειτουργήσει σαν ένα κάλυμμα που πολλές φορές το χρησιμοποιούμε για να σκεπάσουμε τα κομμάτια του εαυτού μας που δεν μας αρέσουν, που μας κάνουν να αισθανόμαστε άσχημα. Αυτά τα κομμάτια μπορούν να αφορούν είτε υλικά αγαθά είτε ικανότητες που μπορεί να προφασιστούμε ότι διαθέτουμε, ενώ πολλές φορές φτάνουμε στο σημείο να παριστάνουμε εξ ολοκλήρου πως είμαστε ένας άλλος άνθρωπος. Σε κάποιον τρίτο αυτά τα ψέματα μοιάζουν χωρίς νόημα, όμως για κάποιον με βαθιές ανασφάλειες, είναι απαραίτητα.
  Πολλές φορές πέρα από τις ερωτικές σχέσεις εξίσου αγχωτικό είναι να βρούμε μια παρέα να μας δεχτεί και να μας κάνει μέρος της. Εκεί τα ψέματα που λέγονται έχουν σκοπό να εντυπωσιάσουν, όπως σε μια εφηβική συντροφιά ή να κολακεύσουν, όπως στην περίπτωση φιλικών σχέσεων στο χώρο της εργασίας ή του κοινωνικού μας πλαισίου. Σε κάθε περίπτωση το ψέμα καλύπτει ένα κενό. Κενό στην ψυχή που εμφανίζεται ως φόβος, έλλειψη θάρρους, έλλειψη πίστης στον εαυτό μας και στις δυνάμεις μας.
  Παράλληλα άτομα χωρίς αυτοπεποίθηση, ψυχική δύναμη κάνουν σκέψεις του τύπου : "δεν θα τα καταφέρω με αυτή τη δυσκολία", "δεν είμαι αρκετά ικανός για να πάρω αυτή τη θέση" ή "αν καταλάβει ποιος είμαι πραγματικά, μήπως θα με αφήσει;" Σκεπτόμενοι συχνά με αυτόν τον τρόπο βασανίζουν το μυαλό τους και όταν δεν μπορούν να το ελέγξουν, καταφεύγουν στην εύκολη λύση του ψέματος. Έτσι μικρότεροι οι μεγαλύτεροι φόβοι, μας οδηγούν σε μικρά ή μεγάλα ψέματα με εξίσου μικρές ή μεγάλες συνέπειες.
  Χρειάζεται πολλή δουλειά με τον εαυτό μας, για να έχουμε το θάρρος της γνώμης μας, για να μη φοβόμαστε και για να είμαστε ειλικρινείς. Αν τα καταφέρουμε όμως; Τότε έχουμε κερδίσει κάτι ανεκτίμητο... ΤΗΝ ΑΥΤΟΕΚΤΙΜΗΣΗ ΜΑΣ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΩΝ ΑΛΛΩΝ!

Δευτέρα 9 Ιανουαρίου 2012

Ιδεοψυχαναγκασμοί, τι είναι και πώς μπορούμε να τους αντιμετωπίσουμε;



Ο Ιδεοψυχαναγκασμός, ανήκει στις αγχώδεις διαταραχές και είναι μια κατάσταση που μερικές φορές μπορεί να είναι αρκετά σοβαρή και να επιμένει για χρόνια. Το άτομο που πάσχει από ιδεοψυχαναγκασμό παγιδεύεται από μια σειρά επαναληπτικών σκέψεων (ιδεοληψίες ή αλλιώς εμμονές) που αν και δίχως νόημα ακόμη και για τον ίδιο τον πάσχοντα, προκαλούν μεγάλη δυσφορία και είναι πολύ δύσκολο να ξεπεραστούν.

Η Ιδεοψυχαναγκαστική νεύρωση είναι τύπος της αγχώδους διαταραχής κατά την οποία οι εμμονές και οι ψυχαναγκασμοί παρεμβαίνουν στη καθημερινότητα του ατόμου, δυσκολεύοντας το να εργαστεί ή να έχει φυσιολογική κοινωνική ζωή ή διαπροσωπικές σχέσεις.

Οι ιδεοληψίες είναι επαναλαμβανόμενες, συνεχείς, απρόσκλητες, αθέλητες σκέψεις, εικόνες οι οποίες βιώνονται σαν παρείσακτες, ανόητες απαράδεκτες ή βασανιστικές και προκαλούν δυσάρεστα συναισθήματα, όπως άγχος, ανησυχία και κατάθλιψη. Πολλές από αυτές τις σκέψεις επικεντρώνονται σε φόβους, όπως ο φόβος να προσβληθούν ή να μεταδώσουν μικρόβια ή ο φόβος να μην υποφέρουν σωματικά ή φόβος να μην κάνουν κακό στον εαυτό τους ή σε άλλους.

Οι άνθρωποι που υποφέρουν από αυτές τις ιδεοληψίες αναγνωρίζουν ότι αυτές οι σκέψεις είναι προϊόν του μυαλού τους. Παρ’ όλα αυτά δεν μπορούν να απαλλαγούν από αυτές με την λογική. Συχνά βρίσκουν κάποιες συμπεριφορές ή τελετουργίες για να μειώσουν τον φόβο και την ανησυχία και έτσι νιώθουν να εξαναγκάζονται να τις επαναλάβουν. Οι ψυχαναγκασμοί είναι σκόπιμοι, στερεότυποι, επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές, πιέσεις, που κάνει το άτομο ώστε να εξουδετερώσει ή κατά κάποιο τρόπο να απομακρύνει μια ιδεοληψία, μια σκέψη που φέρνει άγχος, μια δυσάρεστη συναισθηματική κατάσταση ή την δυσαρέσκεια που νιώθει. Αυτός ο μηχανισμός αγχόλυσης είναι πρόσκαιρος, ενώ σε μακροχρόνια βάση επιδεινώνει την κατάσταση.

Πόσες φορές δεν ακούσαμε κάποιο δυσάρεστο γεγονός και κάναμε την συνηθισμένη κίνηση να «χτυπήσουμε ξύλο». Το ότι έχουμε συνηθίσει την κίνηση αυτή, δεν είναι όμως ο βασικός λόγος που την κάνουμε, ως αντίδραση σε κάτι στενάχωρο. Αν σκεφθούμε λίγο βαθύτερα, θα προσέξουμε ότι την κίνηση αυτή την κάνουμε όταν φοβηθούμε για κάτι (για παράδειγμα κάτι δυσάρεστο που συνέβη σε κάποιον), όταν δηλαδή μία σκέψη, μας δημιουργήσει το συναίσθημα του φόβου. Αφού χτυπήσουμε ξύλο, νιώθουμε ένα συναίσθημα σαν να διώξαμε το κακό μακριά μας.

Οι πιο συχνοί ψυχαναγκασμοί περιλαμβάνουν:

Συμπεριφορά που περιστρέφεται γύρω από την διατήρηση και αποκατάσταση της καθαριότητας. Προκαλείται από φόβο μικροβίων, βρωμιάς ή χημικών τα οποία το άτομο θεωρεί ότι θα μπορούσαν να το μολύνουν. Μερικά άτομα ξοδεύουν ώρες να πλένονται ή να πλένουν τα χέρια τους ή να καθαρίζουν το περιβάλλον τους (Το πλύσιμο)

Επαναλαμβανόμενη συμπεριφορά κάτω από το φόβο επικείμενης καταστροφής, π.χ. αν είναι κλειδωμένη η πόρτα ή αν είναι σβηστό το μάτι της κουζίνας.(Τον έλεγχο)

Μερικά άτομα επαναλαμβάνουν μια λέξη, η φράση ή κάνουν μια συμπεριφορά πολλές φορές για να διώξουν το άγχος παρ όλο που ξέρουν ότι αυτό δεν θα τους προστατέψει.(Την Επανάληψη)

Συμπεριφορά που πηγάζει από την ανάγκη του ατόμου να τακτοποιήσει με έναν συγκεκριμένο τρόπο τα πράγματα γύρω του.(Την ταξινόμηση)

Συμπεριφορά που γίνεται από το άτομο για να προλάβει μια καταστροφή.(Την επανάληψη)

Οι ψυχαναγκασμοί ορίζονται από:

1. Επαναλαμβανόμενες συμπεριφορές (π.χ. πλύσιμο χεριών, τακτοποίηση, έλεγχος) ή νοερές πράξεις (π.χ. προσευχές, μετρήσεις, σιωπηρές επαναλήψεις λέξεων) τις οποίες το άτομο αισθάνεται αναγκασμένο να εκτελέσει σε απάντηση μιας ιδεοληψίας ή σύμφωνα με κανόνες οι οποίοι πρέπει να εφαρμοσθούν αυστηρά.

2. Οι συμπεριφορές ή οι νοερές πράξεις αποβλέπουν στην αποτροπή της ενόχλησης ή στην αποτροπή κάποιου γεγονότος ή κατάστασης ωστόσο, αυτές οι συμπεριφορές ή νοερές πράξεις δε συνδέονται με ρεαλιστικό τρόπο με αυτό για το οποίο έχουν σχεδιασθεί να εξουδετερώνουν ή να αποτρέπουν, ή είναι σαφώς υπερβολικές.

3. Ιδεοληψίες και καταναγκασμοί

Οι ιδεοληψίες ή οι καταναγκασμοί προκαλούν έντονη ενόχληση είναι χρονοβόροι (απαιτούν περισσότερο από μια ώρα την ημέρα), ή παρεμποδίζουν σημαντικά τις συνήθεις καθημερινές δραστηριότητες, την επαγγελματική (ή σχολική) δραστηριότητα, ή τις συνήθεις κοινωνικές δραστηριότητες ή σχέσεις.

Σχετικά με τη θεραπεία της διαταραχής αυτής, δυστυχώς σπάνια θεραπεύεται από μόνη της. Πολλά άτομα υποφέρουν αρκετά χρόνια πριν πάρουν ουσιαστική βοήθεια. Έτσι είναι σημαντικό να καθοριστεί μια σωστή και έγκυρη θεραπευτική αντιμετώπιση. Πολλές θεραπευτικές προσεγγίσεις όπως η ατομική, ομαδική ή η οικογενειακή ψυχοθεραπεία και κυρίως οι θεραπείες συμπεριφοράς, είχαν 50–90% επιτυχία στην ΙΔΨΝ διαταραχή κυρίως με την τεχνική γνωστή ως «έκθεση – αντίδραση» συνδυασμένη με ή χωρίς φάρμακα κατά περίπτωση.

Κλείνοντας πρέπει να τονίσουμε έναν ακόμα παράγοντα, τον βαθμό ευαισθησίας του ατόμου, τον βαθμό δηλαδή στον οποίο το άτομο καταλαβαίνει ότι οι ψυχαναγκασμοί και οι καταναγκασμοί του, είναι παράλογοι. Ακόμα και όταν το καταλαβαίνει όμως αυτό, δεν πρέπει να το αδικούμε και να το κατηγορούμε που δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει και να τους σταματήσει από μόνο του, αλλά να του δώσουμε την δυνατότητα να το αντιμετωπίσει με την βοήθεια ειδικού.