Ελένη Χαλμαντζή - Ψυχολόγος

Δευτέρα 30 Ιουλίου 2012

Δραστηριότητες που βελτιώνουν τη σχολική επίδοση του παιδιού.


  Οι γονείς μπορούν να συμμετέχουν με τα παιδιά τους σε πολλές δραστηριότητες. Υπάρχει ένα μεγάλο πεδίο δραστηριοτήτων που βοηθούν στην ωρίμανση της προσωπικότητας του παιδιού, που ενδυναμώνουν τον ενθουσιασμό του για τη μάθηση και βελτιώνουν την ικανότητα συγκέντρωσής του. Περνώντας ευχάριστες ώρες με τα παιδιά σας μπορείτε συγχρόνως να τα διδάξετε κοινωνικά αποδεκτές συμπεριφορές και να τους ενισχύσετε θεμελιώδεις δεξιότητες και ικανότητες της νοητικής και ψυχοσυναισθηματικής ανάπτυξής του.

  Στην ηλικία των 5-7 ετών οι δραστηριότητες επικεντρώνονται στο να προετοιμάσουν το παιδί για το σχολείο και να του μάθουν συνήθειες και συμπεριφορές που θα το οδηγήσουν σε σχολική επιτυχία. Θα μπορούσαν για παράδειγμα να φτιάξουν μια ιστορία με το παιδί τους λέγοντας μια πρόταση εκείνοι και αφήνοντας το παιδί να συνεχίσει, αυτή η δραστηριότητα εξάπτει τη φαντασία του παιδιού, καλλιεργεί τις γλωσσικές του ικανότητες και το εκπαιδεύει στη συνεργασία με τους άλλους. Εφόδια πολύ σημαντικά για την σχολική προσαρμογή και απόδοσή του.

  Στην ηλικία των 7-9 ετών υπάρχουν δραστηριότητες που βοηθούν το παιδί να μάθει να οργανώνεται και να κτίσει γρήγορα δεξιότητες και συνήθειες για να ανταποκριθεί καλύτερα στη διαδικασία της σχολικής μάθησης. Για παράδειγμα είναι σημαντικό το παιδί να μάθει να έχει συναίσθηση του χρόνου. Μπορείτε να του ζητήσετε να μείνει σιωπηλό για 15 δευτερόλεπτα κοιτάζοντας το ρολόι του. Μετά αρχίστε να μετράτε μαζί του τα 15 δευτερόλεπτα. Μετρήστε 30 δευτερόλεπτα και ζητήστε από το παιδί να σας απαντήσει, (αφού πρώτα το πραγματοποιήσει), πόσες φορές μπορεί να κτυπήσει τα χέρια του μέσα στο χρόνο των 30 δευτερολέπτων.

  Ελέγξτε τις απαντήσεις του με ένα χρονόμετρο για να αποκτήσει συναίσθηση του χρόνου και να καταλάβει αν έχει απαντήσει σωστά ή λάθος. Άμα το παιδί αποκτήσει συναίσθηση του χρόνου, θα συνειδητοποιήσει ότι μερικά πράγματα απαιτούν, περισσότερο χρόνο και άλλα λιγότερο για να γίνουν και θα μάθει σταδιακά πόσο χρόνο χρειάζεται για να ολοκληρώνει τις υποχρεώσεις του, ώστε να σχεδιάζει ανάλογα το πρόγραμμά του

  Στην ηλικία των 9-11 ετών οι δραστηριότητες που είναι κατάλληλες, είναι αυτές που βοηθούν στην αυτοσυγκέντρωσή του, στη διαδικασία της μάθησης και στο να μάθει να δουλεύει συστηματικά και οργανωμένα στο σχολείο. Επίσης, σε αυτή τη χρονική περίοδο πρέπει να δίνεται έμφαση και να ενθαρρύνεται το παιδί να παίρνει προσωπικές αποφάσεις. Για παράδειγμα, οργανώστε, αρχίστε και τελειώστε μια δουλειά μαζί με τα παιδιά σας όπως το να ποτίσετε τον κήπο, να πλύνετε το αυτοκίνητο, να πάτε για ψώνια κ.α.

  Μερικές φορές το πρώτο βήμα του σχεδιασμού φαίνεται ως χάσιμο χρόνου στα παιδιά. Δώστε τους να καταλάβουν ότι έχει μεγάλη σημασία, γιατί μέσα από την οργάνωση και το σχεδιασμό κερδίζουμε χρόνο και πετυχαίνουμε θετικά αποτελέσματα. Πρέπει να γίνει πεποίθηση των παιδιών ότι άμα σχεδιάζουμε και οργανώνουμε να πραγματοποιήσουμε μια εργασία οφείλουμε και να την ολοκληρώσουμε. Δεν πρέπει να αφήνουμε πράγματα μισά. Η οργάνωση και ο σχεδιασμός για το πώς θα γίνει μια δουλειά, η αρχή αλλά και η ολοκλήρωση της είναι σημαντικές προϋποθέσεις για την μαθησιακή διαδικασία και τη σχολική επιτυχία του παιδιού.

  Κάνοντας λοιπόν τα παραπάνω, τα παιδιά μαθαίνουν να συνεργάζονται, να σέβονται τους ανθρώπους, να εκτιμούν καταστάσεις και ενισχύεται η αυτοπεποίθηση και η αυτοεκτίμησή τους.

Τετάρτη 25 Ιουλίου 2012

Συνεργασία σχολείου και οικογένειας για την πρόοδο των παιδιών.


  Αποτελέσματα ερευνών καταδεικνύουν ότι κύριος σκοπός των εκπαιδευτικών είναι η μάθηση. Οι εκπαιδευτικοί κρίνουν σημαντικότερες τις μαθησιακές δυσκολίες και τις προβληματικές συμπεριφορές που παρεμποδίζουν τη διαδικασία της μάθησης, σε σύγκριση με τα προβλήματα διαπροσωπικής και ενδοπροσωπικής συμπεριφοράς των μαθητών.

  Επίσης, άλλες μελέτες έχουν δείξει ότι οι εκπαιδευτικοί δηλώνουν υψηλά ποσοστά υπερκινητικότητας , διάσπασης προσοχής και παρορμητικότητας σε παιδιά σχολικής ηλικίας, ενώ αξιολογούν ως σημαντικά, εκτός των προαναφερθέντων προβλημάτων και προβλήματα επιθετικότητας και μάθησης, καθώς και τις συνεπαγόμενες από αυτά τα προβλήματα δυσκολίες στις σχολική και κοινωνική προσαρμογή του παιδιού και σε μικρότερο βαθμό, τα προβλήματα εσωτερίκευσης(π.χ. άγχος και κατάθλιψη).

  Η ψυχοκοινωνική προσαρμογή και η προαγωγή της ψυχικής υγείας του παιδιού έρχεται σε δεύτερη μοίρα. Το ελληνικό σχολείο βλέπει το δένδρο και χάνει το δάσος, αφού ενδιαφέρεται για το μαθητή ως μαθητή, καθώς και τη γενικότερη απροθυμία τους να αποδεχτούν το μέρος ευθύνης για τις δυσκολίες των μαθητών.

  Η τάση των εκπαιδευτικών να αποδίδουν τα προβλήματα των μαθητών σε αιτίες που αναφέρονται κυρίως στο μαθητή, χωρίς άλλες αναφορές σε αιτίες που σχετίζονται με τις μεθόδους διδασκαλίας ή με άλλους παράγοντες, πιθανόν να ερμηνεύεται με βάση την έννοια της «προκατάληψης για τη διατήρηση της αυτοεκτίμησης» (self-serving bias). Δηλαδή τα άτομα συνήθως αρνούνται την προσωπική τους ευθύνη για κάποιο πρόβλημα, για να διατηρήσουν την αυτοεκτίμησή τους ως προς τον επαγγελματικό τους ρόλο.

  Το οικογενειακό περιβάλλον αποτελεί, εκτός από τον ίδιο τον μαθητή, τη δεύτερη σε συχνότητα «κατηγορία προβλήματος» που δυσχεραίνει το έργο των εκπαιδευτικών στο σχολείο, το δεύτερο σε συχνότητα «πρόβλημα» που μπορεί να οδηγήσει σε σχολική αποτυχία και σε μελλοντικά ψυχολογικά προβλήματα των μαθητών. Η οικογένεια θεωρείται ως ο βασικός αιτιολογικός παράγοντας για τα σημαντικότερα προβλήματα μάθησης και προσαρμογής των μαθητών. Τα δεδομένα αυτά είναι σύμφωνα με ευρήματα της διεθνούς βιβλιογραφίας, όπου διακρίνεται η τάση να αποδίδονται ευθύνες εκ μέρους των εκπαιδευτικών για τη χαμηλή επίδοση των μαθητών προς τους γονείς και το αντίστροφο.

  Πιο συγκεκριμένα, οι εκπαιδευτικοί αποδίδουν τα προβλήματα που σχετίζονται με το σχολείο σε εξωτερικούς παράγοντες, όπως για παράδειγμα, στην έλλειψη προσπάθειας και ενδιαφέροντος εκ μέρους των μαθητών, στο χαμηλό κοινωνικοοικονομικό επίπεδο της οικογένειας και στο βαθμό εμπλοκής των γονέων στο σπίτι και στο σχολείο. Επικεντρώνονται στην ιδιαίτερη σημασία του ρόλου της οικογένειας για τα προβλήματα των παιδιών στο σχολείο, υποβαθμίζοντας το ρόλο του σχολείου και των εκπαιδευτικών και ως προς τα προβλήματα των παιδιών στην τάξη και ως προς το ρόλο του σχολείου στην επικοινωνία του με τους γονείς.

  Στόχος λοιπόν, πρέπει να είναι, όταν παρατηρείται δυσλειτουργία στη συνεργασία σχολείου – οικογένειας, η διαχείρισή της να γίνεται με το καλύτερο δυνατό τρόπο, γιατί είναι επιστημονικά τεκμηριωμένο ότι για την καλύτερη λειτουργία του σχολείου, αλλά και την πρόοδο των μαθητών, η σημερινή πραγματικότητα απαιτεί σχέσεις εμπιστοσύνης και συνεργασίας μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων.

Τρίτη 17 Ιουλίου 2012

Πώς μπορούν οι γονείς να βοηθήσουν το παιδί να προσαρμοστεί στο σχολείο και να βελτιώσει την απόδοσή του;


  Οι γονείς μέσα στα πλαίσια του ρόλου τους οφείλουν να βοηθήσουν το παιδί να ξεπεράσει τα άγχη και τις φοβίες του σχετικά με το σχολείο, ώστε να προσαρμοστεί και να αποδώσει καλύτερα. Αν οι γονείς έχουν προετοιμάσει ψυχοσυναισθηματικά το παιδί για το σχολείο και του έχουν αναπτύξει δεξιότητες που είναι χρήσιμες και απαραίτητες κατά τη μαθησιακή διαδικασία, οι πιθανότητες να παρουσιάσει προβλήματα είναι ελάχιστες.

  Μερικά παιδιά αισθάνονται έντονο άγχος και φόβο όταν πηγαίνουν για πρώτη φορά σχολείο ή αρχίζει η νέα σχολική χρονιά μετά τις καλοκαιρινές διακοπές.

  Ειδικότερα για τα παιδιά που πάνε για πρώτη φορά σχολείο θα βοηθούσε στην καλύτερη προσαρμογή τους το να κάνουν τη διαδρομή σπίτι-σχολείο μαζί με τους γονείς τους πριν πάνε ξαφνικά για πρώτη φορά. Θα ήταν καλό να επισκεφτούν και το εσωτερικό του σχολείου και επίσης να φροντίσουν να γνωριστεί το παιδί τους από πριν με τους συμμαθητές του.

  Με αυτόν τον τρόπο μειώνεται το έντονο άγχος αποχωρισμού που αισθάνεται το παιδί από τους γονείς του, καθώς και για το νέο άγνωστο περιβάλλον που πηγαίνει.

  Είναι σημαντικό οι γονείς να έχουν διδάξει στο παιδί κανόνες καλής συμπεριφοράς. Οι κανόνες καλής συμπεριφοράς μαθαίνονται μέσα στην οικογένεια. Το παιδί είναι καθρέφτης συνήθως της συμπεριφοράς των γονέων του και των καλών ή κακών τρόπων που επικρατούν μέσα στην οικογένεια. Αν δεν έχει μάθει το παιδί από την οικογένεια να συμπεριφέρεται σωστά, δύσκολα θα γίνει αποδεκτό από τους συμμαθητές του, αφού η συμπεριφορά του θα δημιουργεί προβλήματα.

  Είναι σημαντικό να έχει μάθει το παιδί να επικοινωνεί με τους άλλους χωρίς να προσπαθεί να επιβάλλει την άποψή του με φωνές και βρισιές γιατί σε αντίθετη περίπτωση θα έχει πρόβλημα επικοινωνίας με τους συμμαθητές του και δε θα γίνει αποδεκτό από αυτούς.

  Ένας χώρος κατάλληλα διαμορφωμένος στο σπίτι που θα μπορεί το παιδί να διαβάζει απερίσπαστο για το σχολείο, βοηθάει στο να μπει το παιδί σε πρόγραμμα και με συνέπεια να κάνει τις σχολικές του εργασίες. Ο χώρος αυτός είναι καλό να βρίσκεται μακριά από την τηλεόραση, το ραδιόφωνο, τα παιχνίδια του και άλλα πράγματα που μπορούν να του αποσπάσουν την προσοχή.

  Το παιδί έχει ανάγκη να αισθάνεται το γονέα δίπλα του. Γι’ αυτό δείξτε ενδιαφέρον για το τι κάνει καθημερινά το παιδί σας στην τάξη. Ελέγξτε τις εργασίες που έχει κάνει στο σπίτι και βοηθήστε το αν χρειάζεται ή το ζητήσει το ίδιο.

  Εάν το παιδί δεν τελειώνει τις εργασίες του ή καθυστερεί πολύ, συζητείστε μαζί του και εξηγήστε του ότι θα χάσει τις εξωσχολικές δραστηριότητες, εξαιτίας του γεγονότος ότι δεν τελειώνει τις σχολικές του εργασίες που έχουν προτεραιότητα.

  Μόλις ο γονέας αντιληφθεί κάποια προβληματική συμπεριφορά από το παιδί είναι απαραίτητο να τη συζητήσει με το δάσκαλο και να συνεργαστούν για να βρουν τρόπους για τη βελτίωσή της.

   Τέλος, είναι καλό να ενθαρρύνονται τα παιδιά και από την οικογένεια και από το σχολείο να μιλούν για τους φόβους και τα άγχη τους και να βρίσκουν υποστήριξη και βοήθεια για να τα ξεπεράσουν.


Παρασκευή 13 Ιουλίου 2012

Η κοινωνικοποίηση του παιδιού στο οικογενειακό και σχολικό περιβάλλον.



  Η οικογένεια είναι το αρχικό κύτταρο της κοινωνικοποίησης του ατόμου. Οι γονείς οφείλουν να διδάξουν στα παιδιά πώς να γίνουν καλοί και χρήσιμοι στην κοινωνία άνθρωποι. Η πρώτη επαφή του παιδιού με τον κόσμο είναι η μητέρα του και η οικογένεια του. Μέσα από αυτή έρχεται σε επαφή και αρχίζει να αναγνωρίζει το περιβάλλον. Το πρώτο στάδιο κοινωνικοποίησης του γίνεται στην οικογένεια.

  Η οικογενειακή κοινωνικοποίηση είναι μια λειτουργία που συνεχίζεται σε όλη τη ζωή του ατόμου, κάθε φορά με διαφορετικό τρόπο. Τα άτομα δεν επηρεάζονται μόνο στη γέννησή τους από το οικογενειακό περιβάλλον, αλλά σε όλη τη διάρκεια της ζωής τους. Μεγαλώνουν και δημιουργούν τη δική τους οικογένεια, εξελίσσονται, γίνονται γονείς, γνωρίζουν άλλες μητέρες και πατεράδες, μαθαίνουν αρκετά από την ανατροφή των παιδιών και τα παιδιά τους από αυτούς.

  Η οικογένεια είναι μια δυναμική ομάδα, που βρίσκεται από τη μία σε αλληλεξάρτηση με τις κοινωνικές αλλαγές και εξελίξεις και από την άλλη επιδρά στην ψυχοδυναμική διάσταση των μελών της και ιδιαίτερα των παιδιών. Μέσα στην οικογένεια διαμορφώνεται κυρίως η προσωπικότητα του παιδιού και συντελείται το μεγαλύτερο μέρος της ψυχοσυναισθηματικής και κοινωνικής του ανάπτυξης. Ο ρόλος των γονέων για την νοητική, ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική εξέλιξη των παιδιών είναι πολύ σημαντικός.

  Το σχολείο είναι μετά την οικογένεια ο αμέσως επόμενος σε σπουδαιότητα κοινωνικός θεσμός κοινωνικοποίησης και ανάπτυξης της προσωπικότητας του παιδιού.

  Σκοπός της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης είναι να συμβάλλει στην ολόπλευρη, αρμονική και ισόρροπη ανάπτυξη των διανοητικών και ψυχοσωματικών δυνάμεων των μαθητών, ώστε ανεξάρτητα από φύλο και καταγωγή να έχουν την δυνατότητα να εξελιχθούν σε ολοκληρωμένες προσωπικότητες και να ζήσουν αρμονικά.

  Οι ρόλοι οικογένειας και σχολείου, σχετικά με την γνωστική, ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική εξέλιξη του παιδιού, στοχεύουν στην κάλυψη των βασικών αναγκών και ιδιαίτερα όσον αφορά τη ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική του κάλυψη. Η ανάγκη για αγάπη, αίσθηση ασφάλειας, αναγνώρισης και παραδοχής του παιδιού, που είναι απαραίτητες για την ομαλή ψυχοσυναισθηματική του εξέλιξη, καλύπτονται μέσα στην οικογένεια και το σχολείο.

  Επίσης, στην οικογένεια και το σχολείο το παιδί αποκτά νέες εμπειρίες και γνώσεις, αναλαμβάνει ευθύνες, μαθαίνει τα όρια της ανθρώπινης συμπεριφοράς ελέγχοντας τις ενστικτώδεις ενορμήσεις του, γνωρίζει τον εαυτό του, ανεξαρτητοποιείται σιγά-σιγά κάνοντας πράγματα μόνο του και κοινωνικοποιείται με την ένταξή του στην ομάδα των συνομηλίκων του.

  Αν και η ψυχοσυναισθηματική και κοινωνική ανάπτυξη του παιδιού είναι κοινός στόχος του σχολείου και της οικογένειας δυστυχώς ο βαθμός συνεργασίας μεταξύ εκπαιδευτικών και γονέων δεν επιτυγχάνεται στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα σε επιθυμητό επίπεδο.

  Μάλιστα παρατηρείται το φαινόμενο να δημιουργούνται αντιπαραθέσεις, παρεξηγήσεις και συγκρούσεις ανάμεσα σε εκπαιδευτικούς και γονείς με το να ασκούν αρνητική κριτική ο ένας στον άλλον και αμφότεροι να αποποιούνται τις ευθύνες τους ρίχνοντάς τες στην άλλη πλευρά. Είναι λοιπόν πολύ σημαντικό να συνεργαζόμαστε ως γονείς με τους εκπαιδευτικούς βοηθώντας να πετύχουμε τον κοινό μας στόχο, την ανάπτυξη του παιδιού σε έναν υγιή ψυχικά και κοινωνικά ενήλικα.

Τρίτη 3 Ιουλίου 2012

Η σεξουαλική ζωή στην Τρίτη ηλικία.



  Τα αισθήματα, οι επιθυμίες και η ορμή για το σεξ, υπάρχουν καθ’ όλη τη διάρκεια του κύκλου της ζωής. Όμως είναι γεγονός ότι η πληροφόρηση για το σεξ εστιάζεται κυρίως στις καταστάσεις όπως παρουσιάζονται στους νέους ανθρώπους. Γιατί οι άνθρωποι αποκλείονται, συνήθως, από την ανάγκη για έρωτα, αγάπη και οικειότητα όταν βρίσκονται στη Τρίτη Ηλικία; Δεν μπορούν να ερωτευτούν και ν’ αγαπήσουν ή μήπως δεν πρέπει να ερωτευτούν και να  αγαπήσουν;

  Οι ανάγκες και οι ανησυχίες των ηλικιωμένων συχνά παραβλέπονται. Μολονότι όλοι συμφωνούμε πως η μοναξιά βιώνεται εντονότερα από τους ηλικιωμένους, παραβλέπουμε την ανάγκη τους για συντροφιά από το αντίθετο φύλο.

  Προτιμάμε να μένουν μόνοι, παρότι εμείς οι νεότεροι είμαστε ανίκανοι να τους κρατήσουμε συντροφιά έστω για λίγα λεπτά, κρατώντας απλά το χέρι τους. Αφαιρούμε από τους ανθρώπους αυτούς, το δικαίωμα στον έρωτα και την αγάπη. Σαν να είναι ο έρωτας, η αγάπη, η συντροφικότητα με το αντίθετο φύλο μια συναισθηματική ανάγκη με ημερομηνία λήξεως.

  Η αγάπη αποτελεί το κυριότερο συναίσθημα για την ανάπτυξη του ανθρώπου καθώς και την εσωτερική του ολοκλήρωση. Ο έρωτας αποτελεί την κινητήριο δύναμη για δράση και απόλαυση. Ο άνθρωπος μπορεί να αναπτύσσεται, να τείνει προς την ολοκλήρωση, να δρα και να απολαμβάνει μέχρι και το τέλος της ζωής του. Πώς μπορεί, λοιπόν αυτά να τελειώνουν μόνο και μόνο επειδή το άτομο γέρασε;

  Οι σωματικές και γνωστικές του λειτουργίες μπορεί να μειώνονται, ωστόσο δεν εξαφανίζονται. Γιατί μπορεί, για παράδειγμα, το άτομο να περπατά με δυσκολία, η ακοή και η όραση να μειώνονται, ωστόσο συνεχίζει να βγαίνει βόλτα στο πάρκο, να ακούει ραδιόφωνο, να διαβάζει εφημερίδα και να έχει οποιαδήποτε άλλη απασχόληση.

  Σοβαρό εμπόδιο στην ερωτική ζωή των ατόμων τρίτης ηλικίας, αποτελεί ο θάνατος του ενός εκ των δύο συντρόφων. Μπορεί να περάσει μεγάλο χρονικό διάστημα, μέχρι ο εν ζωή άντρας ή γυναίκα αρχίσει να σκέφτεται μια νέα σχέση. Μερικοί δεν το κάνουν ποτέ. Ακόμα, όμως και όσοι μπορούν να το σκεφτούν, πιθανόν να το αναστείλουν λόγω του αισθήματος αφοσίωσης και πίστης στον αποθανόντα σύντροφο. Αυτό το αίσθημα, βιώνεται πιο έντονα από τις γυναίκες καθώς ακόμα ζούμε σε μια κοινωνία, που απαιτεί από τις χήρες να μείνουν μόνες.

  Οι περισσότεροι άνθρωποι (ακόμα και οι ίδιοι οι ηλικιωμένοι) θεωρούμε ότι τα ηλικιωμένα άτομα δεν μπορούν να έχουν ερωτικές σχέσεις και όχι μόνο εξαιτίας των φυσιολογικών φθορών του σώματος και του νου. Είναι έντονο το στερεότυπο πως οι γέροντες δε χρειάζεται να έχουν έναν σύντροφο και να απολαμβάνουν τη σωματική και συναισθηματική επαφή.

  Συχνά οι ηλικιωμένοι που θεωρούν τους εαυτούς τους ικανούς να έχουν ερωτικές σχέσεις, φοβούνται να προχωρήσουν γιατί θεωρούν ότι δεν θα έπρεπε. Και δεν θα έπρεπε γιατί ο έρωτας, η αγάπη ακόμα και το φλερτ αποτελούν ντροπή για τα άτομα της τρίτης ηλικίας. Συχνά αποκαλούμε «ξεμωραμένο» τον ηλικιωμένο που αναζητεί σύντροφο. Σίγουρα, χρειάζεται πολύ θάρρος ώστε να ξεπεράσει το άτομο περασμένης ηλικίας τις ταμπέλες και να συνεχίσει να δείχνει φανερό ερωτικό ενδιαφέρον.

  Όσον αφορά το ερωτικό ενδιαφέρον του ηλικιωμένου αυτό σχετίζεται άμεσα με το ενδιαφέρον που το άτομο εκδήλωσε κατά την νεανική του ζωή. Οι δραστήριοι νέοι εραστές έχουν μεγαλύτερη πιθανότητα να εξελιχθούν σε δραστήριους ηλικιωμένους εραστές. Ο άντρας ή η γυναίκα που έχει απολαύσει τις ερωτικές σχέσεις κατά τη νεανική ή ενήλικη ζωή είναι πιθανότερο να διατηρήσει μια δραστήρια ερωτική ζωή στη Τρίτη ηλικία.

  Κλείνοντας θα ήθελα να τονίσω πως η σημασία μιας ερωτικής σχέσης στα ηλικιωμένα άτομα είναι ανεκτίμητη. Ο έρωτας δε δημιουργεί μόνο σωματική απόλαυση αλλά επιπλέον επιβεβαιώνει την ταυτότητα του ατόμου που γίνεται ο «σημαντικός άλλος», για το ταίρι του. Μέσα από την συντροφική σχέση καταφέρνουν να υπάρχουν άρα, να ζουν.