Ελένη Χαλμαντζή - Ψυχολόγος

Κυριακή 25 Μαρτίου 2012

Ζώντας με άτομα που έχουν ιδιαιτερότητες.



 Τα άτομα με ειδικές ανάγκες ζουν συνήθως μέσα στην οικογένειά τους και η παρουσία τους έχει αντίκτυπο στη δομή αυτής της οικογένειας. Πολλές φορές λοιπόν δίνουμε σημασία μόνο στα άτομα που έχουν ιδιαιτερότητες αγνοώντας την ψυχική και συναισθηματική κατάσταση των υγιών αδελφών των ατόμων με αναπηρία

 Η παρουσία παιδιού με ειδικές ανάγκες στην οικογένεια επιφέρει αλλαγές στη σχέση των μελών της. Ειδικά σε παθήσεις, όπως η εγκεφαλική παράλυση, οι απαιτήσεις για τη φροντίδα του παιδιού είναι αυξημένες.

 Συχνά οι γονείς αφοσιώνονται στη φροντίδα του παιδιού με την αναπηρία, που απαιτεί μεγάλο βαθμό φυσικής φροντίδας σε ζωτικούς τομείς, όπως είναι το τάισμα, η υγιεινή, η μετακίνηση - στα χέρια του γονιού ή με αναπηρικό αμαξίδιο - αλλά επίσης απαιτεί και πρακτική φροντίδα, όπως μεταφορά από και προς θεραπείες, ιατρούς και ειδικούς.

 Τέλος, υπάρχει και μια τρίτη σημαντική κατηγορία φροντίδας, η συναισθηματική έγνοια του γονιού για το παιδί με ειδικές ανάγκες, που εκδηλώνεται με υπερπροστασία, χατίρια, και υπερβολικό ενδιαφέρον.

 Τα σχεδόν συνομήλικα αδέλφια χωρίς αναπηρία συχνά αφήνονται να μεγαλώσουν αυτοσυντήρητα, χωρίς την ιδιαίτερη φροντίδα και έγνοια των γονιών. Συχνά μάλιστα τους ζητείται να εξυπηρετούν τον/την αδελφό/ή με αναπηρία, υποχρεώνονται να τον/την παίρνουν μαζί τους και να δρουν αναπόσπαστα από αυτόν. Αυτή η κατάσταση που δημιουργείται από ανάγκη σε μια οικογένεια έχει επιπτώσεις σε όλα τα μέλη της.


 Στη διάρκεια της εφηβείας τα παιδιά με αδέλφια με αναπηρία περνούν μια συναισθηματική επανάσταση που σχετίζεται άμεσα με την ύπαρξη του συγκεκριμένου αδελφού. Καταρχήν, η "επανάστασή" τους ξεκινάει από το γεγονός ότι από πολύ νωρίς τα υγιή αδέλφια εμπλέκονται στη φροντίδα του αδελφού με αναπηρία.

 Πολλές φορές μάλιστα αυτή η εμπλοκή είναι τόσο σημαντική, που ο υγιής αδελφός γίνεται γονεϊκό υποκατάστατο, με αποτέλεσμα να μην έχει την παιδική ξεγνοιασιά κι ανεμελιά, παρά να είναι φορτωμένος με ευθύνες και υποχρεώσεις που είναι παραπάνω από τη χρονική και συναισθηματική ηλικία του.

 Στην εφηβεία το υγιές παιδί δε θέλει να έχει καμία συμμετοχή στη φροντίδα του αδελφού με ειδικές ανάγκες και συχνά φτάνει στο άλλο άκρο, να μην κάνει δηλαδή ούτε τα απλά πράγματα που θα περίμενε κανείς από την ηλικία του.

 Ένα άλλο σημαντικό και ιδιαίτερα "καυτό" ζήτημα για τους υγιείς εφήβους είναι το πώς να αντιμετωπίσουν την ύπαρξη του αδελφού με ειδικές ανάγκες. Όσο τα παιδιά είναι μικρά και οι γονείς είναι αυτοί που κανονίζουν την κοινωνική ζωή των παιδιών, κυρίως μέσα από οικογενειακές συγκεντρώσεις και ελεγχόμενες σχολικές παρέες, ο υγιής αδελφός υποχρεώνεται να πάρει μαζί του και την αδερφή του με ειδικές ανάγκες και να την εντάξει.

 Στην εφηβεία όμως, οι γονείς έχουν πολύ μικρότερο έλεγχο της κοινωνικής ζωής των υγιών παιδιών τους, τα οποία συνήθως αρνούνται να συμπεριλάβουν και τον αδελφό με ειδικές ανάγκες. Το κοινωνικό αυτό χάσμα εκδηλώνεται με μια γενικότερη στάση απομάκρυνσης του υγιούς παιδιού, που συχνά προσπαθεί ν' αποκρύψει την ύπαρξη του ατόμου με ειδικές ανάγκες. Έτσι, τα υγιή αδέλφια ατόμων με ειδικές ανάγκες στην εφηβεία τους δεν καλούν φίλους στο σπίτι και δε μιλούν για τ' αδέλφια τους, ενώ επαναστατούν στις γονεϊκές προτροπές να συμπεριλάβουν τον αδερφό με ειδικές ανάγκες σε κάποια εκδήλωση.

 Κατά τη διάρκεια της εφηβείας ορισμένα βασανιστικά ερωτήματα κάνουν την εμφάνισή τους και το υγιές παιδί, κυρίως από ντροπή, δε ρωτάει για να πάρει τις απαραίτητες πληροφορίες. Τα υγιή αδέλφια συχνά ανησυχούν για το μέλλον, αναρωτιούνται τι θα γίνει όταν οι γονείς τους δεν θα βρίσκονται στη ζωή, αν θα πρέπει ν' αναλάβουν τα ίδια την ευθύνη του αδελφού με αναπηρία, αν τα ίδια θα μπορέσουν να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια ή αν η αναπηρία θα είναι κοινωνικό στίγμα για τα ίδια. Αναρωτιούνται επίσης για την κληρονομικότητα της αναπηρίας και, γενικότερα, έχουν ποικίλες ερωτήσεις, τις οποίες όμως σπάνια εξωτερικεύουν.

 Η έλλειψη σωστής πληροφόρησης και αντικειμενικής γνώσης είναι μεγάλο εμπόδιο στην ψυχική υγεία των ατόμων αυτών ενώ επίσης αποτελεί εμπόδιο και στη σχέση τους με τον ανάπηρο αδελφό. Τα ευρήματα των επιστημονικών ερευνών δείχνουν ότι στα υγιή αδέλφια ατόμων με ειδικές ανάγκες υπάρχει πληθώρα αρνητικών συναισθημάτων όπως ζήλια, απόρριψη, πίκρα, και ψυχική κούραση. Υπάρχει ανοιχτή έκφραση του παραπόνου των εφήβων προς τους γονείς ότι δεν τους συμπαραστάθηκαν αρκετά και ότι συναισθηματικά βρισκόταν στο περιθώριο. Η ζήλια επικεντρώνεται στο γεγονός ότι οι γονείς πάντα προσέφεραν περισσότερο χρόνο και φροντίδα στον αδελφό με αναπηρία, χωρίς να υπάρχει συνειδητοποίηση ότι χωρίς αυτή την φροντίδα το άτομο με αναπηρία δεν θα μπορούσε να ζήσει.

 Το αίσθημα της μοναξιάς και της απομόνωσης συχνά είναι ιδιαίτερα έντονο στον υγιή έφηβο. Το παιδί χρειάζεται την προσοχή του γονιού και κυρίως σε περιόδους έντασης και στρες, όπως όταν ο αδελφός με αναπηρία μπαίνει στο νοσοκομείο, χειρουργείται ή περνάει από ιατρικές εξετάσεις και θεραπείες.

 Την ίδια περίοδο που ο γονιός αφοσιώνεται στη φροντίδα του παιδιού με αναπηρία, το υγιές παιδί του, έχει εξίσου ανάγκη τη συναισθηματική φροντίδα και την προσοχή του.

 Στον υγιή έφηβο εκδηλώνονται προβλήματα συμπεριφοράς σε δύο επίπεδα: το ενδοπροσωπικό και αυτό σε σχέση με τον αδελφό με αναπηρία. Αρνητισμός, πειραματισμός χρήσης ουσιών, ξεσπάσματα, απομόνωση από την οικογένεια είναι προβλήματα στο ένα επίπεδο.

 Σε σχέση με τον ανάπηρο αδελφό, οι έφηβοι τον απορρίπτουν, δεν κάνουν πια παρέα και δεν ασχολούνται μαζί του και αρνούνται οποιαδήποτε εμπλοκή - συναισθηματική ή πρακτική - με το άτομο με αναπηρία.

 Πέρα όμως από τα προβλήματα που περιγράφηκαν, τα άτομα που είχαν την εμπειρία να μεγαλώσουν με έναν αδελφό ή αδελφή με ειδικές ανάγκες, έχουν προσκομίσει και οφέλη τα οποία θα διατηρήσουν για όλη τους τη ζωή, αφού τελειώσει η περίοδος της επανάστασης στην εφηβεία.

 Οι υγιείς έφηβοι, λόγω της οικογενειακής τους κατάστασης αισθάνονται την ανάγκη να γίνουν μοναδικοί σε κάτι, κι έτσι επιλέγουν κάποιο σπορ ή το σχολείο, όπου έχουν επιτυχίες και ευκαιρίες να αναδειχθούν.

 Ακόμα, λόγω των αυξημένων ευθυνών τους και της από νωρίς χαμένης αθωότητάς τους ωριμάζουν γρηγορότερα και γίνονται αξιόπιστοι ενήλικες στους οποίους μπορεί να βασιστεί κανείς.
 Αυτά τα άτομα έχουν περισσότερη ανεκτικότητα απέναντι στους άλλους και ιδιαίτερη ανοχή στη διαφορετικότητα. Αισθάνονται συμπόνια για τους άλλους και αντιλαμβάνονται πότε γίνονται διακρίσεις στους πιο αδύναμους και προσπαθούν να το διορθώσουν.

Δευτέρα 19 Μαρτίου 2012

Αγοραφοβία συμπτώματα και τρόποι αντιμετώπισης.



  Το άγχος είναι μέρος της ζωής μας και όταν κυμαίνεται σε σωστά επίπεδα, µας βοηθάει ώστε να έχουμε την απαραίτητη ετοιμότητα για να ενεργήσουμε µε τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Όταν ξεπερνάει όμως αυτά τα όρια, αντί να μας βοηθά, μας εμποδίζει και προκαλεί διάφορα δυσάρεστα συμπτώματα. Ορισμένες φορές μπορεί να είναι το άγχος τόσο έντονο, που μιλάμε για μια κρίση πανικού.
  Στην κρίση πανικού υπάρχει ένας ιδιαίτερος για το κάθε άτομο συνδυασμός σωματικών συμπτωμάτων όπως: ζαλάδα, ταχυκαρδία, κρύος ιδρώτας, τρόμος, ξηροστομία, τάσεις λιποθυμίας, αίσθημα πνιγμού, δύσπνοια, πόνος στο στήθος, τρέμουλο, ναυτία και μουδιάσματα στα χέρια και στα πόδια. Επίσης χαρακτηρίζεται από: φόβο θανάτου, αίσθημα αποξένωσης από τον εαυτό ή το περιβάλλον, αίσθημα απώλειας ελέγχου κι επερχόμενης τρέλας.
  Τα άτομα που υποφέρουν από αγοραφοβία είναι συνήθως υπερβολικά ευαισθητοποιημένα στις διάφορες φυσιολογικές σωματικές τους αισθήσεις, λειτουργίες και καταστάσεις και συχνά αντιδρούν σ’ αυτές με ακραίους τρόπους. Για παράδειγμα, οι φυσιολογικές αλλαγές στις σωματικές λειτουργίες που προκαλούνται όταν ανεβαίνουμε κάπως γρήγορα τις σκάλες ενός τριώροφου κτιρίου, δηλαδή ταχυκαρδία, λαχάνιασμα κλπ, μπορεί να ερμηνευτούν από το άτομο που υποφέρει από αγοραφοβία ως η αρχή μιας κρίσης πανικού. Η ερμηνεία αυτή και ο φόβος από τον οποίο συνοδεύεται είναι πολύ πιθανόν να οδηγήσουν το άτομο σε μια πλήρη κρίση πανικού.
  Άνθρωποι που παθαίνουν κρίσεις πανικού παρουσιάζουν ανησυχία σχετικά με τις πιθανές συνέπειες που μπορεί να έχει μια επόμενη κρίση και βασανίζονται από σκέψεις όπως: «Τι θα γίνει αν πάθω κρίση την ώρα που οδηγώ;», « Αν είμαι έξω σε μια ταβέρνα με φίλους, θα καταλάβουν ότι κάτι συμβαίνει με μένα;», «Αν είμαι στο λεωφορείο μεταξύ αγνώστων, ποιος θα με πάει στο νοσοκομείο;».
  Οι ασθενείς σύντομα ανακαλύπτουν ότι η γρήγορη απομάκρυνση από το μέρος όπου συνέβη η κρίση και η μετακίνηση σε ασφαλές μέρος που μπορεί να είναι το σπίτι ή ένα νοσοκομείο αρκεί για να υποχωρήσουν τα συμπτώματα. Αυτή η συμπεριφορά όμως οδηγεί γρήγορα σ’ αυτό που ονομάζεται αγοραφοβία.
  Αρκετές φορές, ιδιαίτερα στην αρχή, άτομα με διαταραχή πανικού πιστεύουν ότι πάσχουν από κάτι άλλο. Αυτό είναι πολύ λογικό εάν κοιτάξει κανείς τα σωματικά συμπτώματα του έντονου άγχους. Γι' αυτό τον λόγο όταν κανείς πάθει μια κρίση πανικού είναι σωστό να κάνει μια σειρά απλών εξετάσεων για να αποκλειστούν πιθανά προβλήματα άλλης φύσης(π.χ. υπερθυρεοειδισμός). Πρέπει όμως να τονιστεί ότι οι άλλες αιτίες αποκλείονται εύκολα, ενώ ένας άνθρωπος που παρουσιάζει αυτά τα συμπτώματα για μεγάλο χρονικό διάστημα ή/και έχει ήδη αναπτύξει αγοραφοβία είναι σχεδόν απίθανο να κερδίσει κάτι από επανειλημμένες εργαστηριακές εξετάσεις. Αντίθετα, οι συνέπειες μιας αθεράπευτης διαταραχής πανικού μπορεί να είναι πολύ μεγαλύτερες για την ποιότητα ζωής του.

  Παρότι ο πανικός και η αγοραφοβία μπορεί να οδηγήσουν τους πάσχοντες σε μεγάλου βαθμού περιορισμό της καθημερινής τους ζωής, ωστόσο σήμερα με τις υπάρχουσες θεραπείες η πρόγνωση θεωρείται πολύ καλή. Ο συνδυασμός φαρμακευτικής αγωγής και γνωσιακής-συμπεριφορικής ψυχοθεραπείας μπορεί να εξαλείψει τις διαταραχές αυτές στην μεγάλη πλειοψηφία των πασχόντων.

  Τέλος, εκτός από τις προφανείς κοινωνικές επιπλοκές που γνωρίζουν καλά οι πάσχοντες, σημαντικός αριθμός μπορεί να παρουσιάσει και κατάθλιψη στην πορεία ιδιαίτερα αν τα συμπτώματα επιμένουν για μεγάλο χρονικό διάστημα. Τότε η χρήση αντικαταθλιπτικών φαρμάκων (τα οποία μπορεί να βοηθήσουν και τον πανικό) είναι επιβεβλημένη.

Τρίτη 13 Μαρτίου 2012

Πώς μια γυναίκα φτάνει στην απιστία;


  Υπάρχει ένας μύθος που λέει ότι οι άντρες έχουν ανάγκη να κάνουν τις σκανταλιές τους, απιστίες δηλαδή, γιατί έτσι είναι η αντρική φύση, και ότι οι γυναίκες αντίθετα δεν αποζητούν τέτοιου είδους περιπέτειες, γιατί αυτές επίσης από τη φύση τους δεν τις χρειάζονται. Μπορεί να ήταν πολύ πιο εύκολα τα πράγματα για όλους αν ίσχυε αυτό. Αν ρίξουμε όμως μια ματιά γύρω μας και είμαστε ειλικρινείς, θα διαπιστώσουμε ότι αυτός ο μύθος είναι πράγματι μύθος, ή μάλλον μια υπεραπλουστευμένη αντίληψη, που αντιστοιχεί μόνο σ’ ένα ελάχιστο κομμάτι της αλήθειας. Οι γυναίκες μοιάζουν και να επιθυμούν και να επιδιώκουν πολλές φορές την απιστία, ειδικά τις τελευταίες δεκαετίες. Ποιοι είναι όμως οι λόγοι που τις οδηγούν εκεί;
  Ο ρόλος τον οποίο καλούνται να αναλάβουν οι γυναίκες έχει εμπλουτιστεί μεν με καινούργια πεδία δράσης επάγγελμα, κοινωνική δραστηριότητα, οικονομική απεξάρτηση, αλλά μάλλον δεν έχει αλλάξει και πολύ στα βασικά του στοιχεία. Ως προς το θεσμό του γάμου και της οικογένειας δηλαδή, εξακολουθεί να είναι αρετή για τις γυναίκες και απαίτηση από αυτές, έστω και ανομολόγητη, να είναι αφοσιωμένες, στοργικές, πρόθυμες να θυσιάσουν τις δικές τους ανάγκες και επιθυμίες, παραχωρητικές και δοσμένες στα παιδιά και στο σύζυγό τους. Ίσως λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι συνήθως βαραίνει περισσότερο για μια γυναίκα το να απατήσει τον άντρα της από ότι βαραίνει για έναν άντρα. Και ίσως είναι αυτό που μας κάνει να υποθέτουμε ότι είναι λίγο διαφορετικοί οι λόγοι που οδηγούν μια γυναίκα σε μια τέτοια απόφαση από τους λόγους ενός άντρα.
  Θεωρείται πως οι γυναίκες συνήθως αισθάνονται σεξουαλική επιθυμία μόνο όταν αγαπούν. Αυτό δεν ισχύει, τουλάχιστον όπως διαπιστώνεται σε έρευνες με σημερινές γυναίκες και μάλιστα όχι μόνο νέες, αλλά μιας γκάμας ηλικιών από 25-30 έως 65 ετών περίπου. Οι γυναίκες έχουν σεξουαλικές επιθυμίες, όπως και οι άντρες, μόνο που είναι πολύ πιο διστακτικές στο να τις δείξουν, έστω και διακριτικά, γιατί κινδυνεύουν να παρεξηγηθούν, να χαρακτηριστούν σεξομανείς, λυσσασμένες, γελοίες, ανήθικες. Αυτό δεν σημαίνει τίποτε άλλο από το γεγονός ότι και οι γυναίκες δεν παύουν να έχουν ανάγκη από σεξουαλική επαφή, ιδιαίτερα όταν βρίσκονται σε μια συντροφική σχέση που έχει πάψει να είναι ικανοποιητική. Εκεί όπου διαφέρουν μάλλον από τους άντρες είναι στα στοιχεία της σχέσης που νιώθουν πιο πολύ να τους λείπουν. Όταν δηλαδή οι ανάγκες τους από τη σχέση παύουν να καλύπτονται, αυτό μπορεί ν’ αποτελέσει κίνητρο για απιστία.
  Ωστόσο στις μέρες μας ισχύει για τις γυναίκες το εξής παράδοξο, αναμένεται από αυτές να είναι όμορφες, ελκυστικές, να επιδεικνύουν τη θηλυκότητά τους, να είναι σέξι, ακόμα και προκλητικές, κάτι που πολλές φορές επιθυμούν και οι ίδιοι τους οι σύντροφοι. Από την άλλη μεριά, αυτή η πρόκληση πρέπει να μην έχει αντίκρισμα. Είναι δηλαδή σαν να πρέπει να ξυπνούν την επιθυμία χωρίς εκείνες να δείχνουν επιθυμία. H διαχείριση αυτού του παραδόξου δεν είναι καθόλου απλή, τόσο για τους άντρες όσο και για τις ίδιες τις γυναίκες.
  Υπάρχει ίσως και μια πιο βαθιά αιτία που ωθεί τις γυναίκες πολλές φορές σχεδόν χωρίς να το καταλάβουν να βρεθούν σε μια εξωσυζυγική σχέση, που τις κάνει συνήθως να νιώθουν ενοχές, τύψεις, φόβο. Μία από τις ιδιαίτερα αρνητικές παρενέργειες της γυναικείας απελευθέρωσης είναι ότι οι γυναίκες έχουν επιφορτιστεί με ένα σωρό πρέπει, στα οποία οφείλουν να ανταποκριθούν: πρέπει, εκτός από καλές σύντροφοι και μητέρες και καλές επαγγελματίες, να είναι και ωραίες, σέξι, δυναμικές, φιλόδοξες. Το πολύ μεγάλο βάρος από καθήκοντα και προσδοκίες και η προσπάθεια να πλησιάσουν μια ιδανική εικόνα γυναίκας τις κάνουν συχνά να παραμελούν πολύ βαθιές, πρωταρχικές ανάγκες του εαυτού τους, να μην ξέρουν καλά-καλά τι χρειάζονται για να νιώθουν οι ίδιες ήρεμες και ικανοποιημένες με τη ζωή τους.
  Θα μπορούσαμε να πούμε ότι η απιστία συμβαίνει πολλές φορές σαν μια υποσυνείδητη προσπάθεια απόδρασης από όλα αυτά, σαν μια αναζήτηση του ίδιου τους του εαυτού, που δυστυχώς δεν μπόρεσε να γίνει μέσα στο πλαίσιο της συζυγικής σχέσης. H απιστία είναι δηλαδή καμιά φορά σαν το εισιτήριο για ένα ταξίδι που μπορεί πράγματι να τις οδηγήσει πιο κοντά στον εαυτό τους και όχι σπάνια να τις επαναφέρει στην προηγούμενη σχέση τους.
  Ωστόσο δεν πρέπει να ξεχνάμε το γεγονός ότι οι γυναίκες, με το ντύσιμό τους, τις κινήσεις τους, τη συμπεριφορά τους, πρέπει να αποπνέουν συγκαλυμμένη θηλυκότητα και ερωτισμό, για να προκαλούν το ενδιαφέρον των ανδρών. Άλλωστε, η ομορφιά, και μάλιστα η αισθησιακή ομορφιά, είναι συνυφασμένη με τη γυναικεία υπόσταση και ίσως δεν είναι υπερβολή αν πούμε ότι μια γυναίκα που δεν είναι όμορφη σύμφωνα με την επικρατούσα αντίληψη για την ομορφιά, αντιμετωπίζεται σαν λιγότερο γυναίκα.
  Όταν, λοιπόν, μια γυναίκα περάσει μια ορισμένη ηλικία ή λόγω της μητρότητας δεν ανταποκρίνεται πια στα πρότυπα ομορφιάς και ερωτισμού, μπορεί να νιώθει ότι υποβιβάζεται η θηλυκότητά της. Αυτό δεν είναι οπωσδήποτε ευθύνη κάποιου άλλου, σε ορισμένες περιπτώσεις μάλιστα είναι οι ίδιες οι γυναίκες που αισθάνονται μη ερωτικές, χωρίς οι άνδρες τους να τις βλέπουν έτσι. Έτσι, μια γυναίκα μπορεί να γίνει πολύ ευάλωτη στην παραμικρή ένδειξη ότι αρέσει σε έναν άνδρα ή μπορεί να επιδιώξει η ίδια μια εξωσυζυγική περιπέτεια προκειμένου να νιώσει ότι είναι ακόμα επιθυμητή. O θαυμασμός ενός άνδρα, η αίσθηση ότι μπορεί να γοητεύσει μπορεί να αποτελέσει αρκετά δυνατό κίνητρο για να απατήσει μια γυναίκα τον άνδρα της, χωρίς έως τότε να το έχει σκεφθεί ποτέ.
  Φαίνεται πως, όσον αφορά τουλάχιστον τις γυναίκες, η απιστία δεν είναι μια συνειδητή απόφαση του τύπου τώρα δεν μου κάνει η σχέση μου και θα βρω εραστή, αλλά συμβαίνει όταν παύουν να καλύπτονται οι ανάγκες των συζύγων. Συνήθως η σχέση είναι και για τους δύο μη ικανοποιητική, αλλά είναι ο ένας που το νιώθει, το συνειδητοποιεί, το εκφράζει πιο έντονα, ίσως επειδή στη συγκεκριμένη στιγμή είναι πιο επιτακτική η ανάγκη του για αλλαγή, και εντέλει για ανατροπή της στασιμότητας.

Παρασκευή 9 Μαρτίου 2012

Σεξουαλική διαπαιδαγώγηση, πώς να ενημερώσετε τα παιδιά σας.


  Σίγουρα οι γονείς θέλουν να δουν το παιδί τους ως πετυχημένο ενήλικα. Κάνουν τα πάντα, επωμίζονται οικονομικά βάρη ώστε να τους δώσουν γνώσεις για αυτήν την επιτυχία. Δεν πρέπει να ξεχνούν όμως ότι η σεξουαλική υγεία και οι υγιείς διαπροσωπικές τους σχέσεις είναι κάποια από τα σημαντικότερα κλειδιά στο άνοιγμα της πορείας του για ολοκλήρωση της προσωπικότητας  και της επιτυχίας. Πώς θα μπορέσουν λοιπόν οι γονείς να ενημερώσουν και να διαπαιδαγωγήσουν σωστά τα παιδιά τους σχετικά με την παιδική σεξουαλικότητα;
  Καταρχάς αφού φυσικά ενημερωθούν οι ίδιοι σωστά γύρω από το σεξ, γιατί ίσως πολλά πράγματα δεν τα γνωρίζουν ή τα γνωρίζουν λάθος. Έστω και αν αυτό είναι ήδη σημαντικό, το πρόβλημα δεν εστιάζεται μόνον στο τι θα πούμε αλλά και το πώς θα το πούμε. Η πληροφορία μπορεί σίγουρα να ενημερώσει όμως χρειάζεται συναίσθημα, ψυχή, καρδιά ώστε να μπορέσουμε να περάσουμε το μήνυμα στο παιδί, ότι το σεξ είναι μια φυσιολογική ανθρώπινη λειτουργία που πηγάζει από το ένστικτο της σεξουαλικότητας και αισθήματα ενοχής, ντροπής και φόβου μόνον κακό μπορούν να προκαλέσουν στη ψυχοσεξουαλική ανάπτυξη του παιδιού. Οι γονείς όμως και κυρίως αυτοί που είναι μεγαλύτεροι σε ηλικία, μεγάλωσαν και γαλουχήθηκαν με μια αρνητική στάση συνήθως των δικών τους γονέων απέναντι στην παιδική σεξουαλικότητα, με ενοχές αναστολές και πολλά ταμπού.

  Έτσι βρίσκονται σε μια δύσκολη και άχαρη θέση. Λαμβάνουν νέες γνώσεις, πληροφορίες, μηνύματα γύρω από το σεξ, διαφορετικές από ότι ήξεραν. Στην προσπάθειά τους λοιπόν να εκσυγχρονισθούν και να εναρμονιστούν στα καινούργια δεδομένα ώστε να βοηθήσουν τα παιδιά τους, προσπαθούν να μεταδώσουν αυτές τις νέες πληροφορίες χωρίς να τις βιώνουν, χωρίς να νιώθουν αυτό που λένε. Έτσι συνήθως δεν πείθουν και δεν λαμβάνονται καν υπόψη από τα παιδιά τους!
  H σεξουαλική διαπαιδαγώγηση είναι, πράγματι, μία από τις πιο δύσκολες και ευαίσθητες υποχρεώσεις των γονέων. Υπάρχουν άραγε τρόποι για να ενθαρρύνετε τα παιδιά σας να σας πλησιάσουν, να σας εμπιστευτούν και να σας θέσουν τα ερωτήματα που τα απασχολούν; Και με ποιον τρόπο θα γίνει αυτή η συζήτηση δημιουργική και εποικοδομητική;
  Αν και τα παιδιά θέλουν να μάθουν από τους γονείς τους για το σεξ, στρέφονται σε αυτούς μόνο όταν αισθάνονται ότι δεν θα τα αποθαρρύνουν και ότι θα δεχτούν τις ερωτήσεις τους. Το κρίσιμο σημείο, επομένως, για να έχετε καλή επικοινωνία με το παιδί είναι να το ενθαρρύνετε να κάνει ερωτήσεις, να είστε υποστηρικτικοί και θετικοί. Μην αποφεύγετε τις ερωτήσεις, όσο δύσκολες και σοκαριστικές κι αν σας φαίνονται. Μπορεί, για παράδειγμα, το παιδί σας να σας ρωτήσει «Τι είναι το AIDS»; ή «Τι είναι το προφυλακτικό»;.
  Αν δεν γνωρίζετε με ακρίβεια την απάντηση ή αν είστε απασχολημένοι, δείξτε στο παιδί ότι προσέξατε την ερώτησή του και πείτε του «Αυτό δεν το ξέρω ακριβώς, πρέπει να διαβάσω λίγο για να σου πω το σωστό» ή «Δεν έχω χρόνο τώρα να σου απαντήσω σε ένα τόσο σοβαρό θέμα. Θα σου μιλήσω όταν θα έχω τελειώσει τις δουλειές μου». Είναι αυτονόητο, επίσης, ότι πρέπει να επανέλθετε στο ερώτημα για να το απαντήσετε και όχι να το ξεχάσετε ή να το αποσιωπήσετε. Έτσι, όχι μόνο το παιδί θα λάβει απάντηση σε όσα το απασχολούν, αλλά θα αισθανθεί ότι έχετε στραμμένη την προσοχή σας σε αυτό, οπότε θα σας εμπιστεύεται ευκολότερα.
  Οι πληροφορίες και οι εξηγήσεις που δίνετε πρέπει να είναι διατυπωμένες με απλό και ειλικρινή τρόπο. Είναι προτιμότερο να ξεπεράσετε την αμηχανία σας και να δώσετε στο παιδί μία πλήρη και άμεση απάντηση, γιατί αλλιώς υπάρχει ο κίνδυνος να δώσει το παιδί τις δικές του φανταστικές ερμηνείες, οι οποίες μπορεί να το φοβίσουν. Είναι σίγουρο ότι τα παιδιά, ανάλογα με την ηλικία τους, δεν είναι σε θέση να τα καταλάβουν όλα. Μην αφήνετε, ωστόσο, κενά στις πληροφορίες που δίνετε. Να είστε ειλικρινείς, ανοιχτοί και υπομονετικοί. Αφιερώστε χρόνο στο παιδί όταν συζητάτε για το σεξ. Το παιδί μπορεί να δυσκολεύεται να κάνει την ερώτηση. Θυμηθείτε ότι το παιδί μπορεί να φοβάται να ρωτήσει ή να δυσκολεύεται να εκφραστεί. Αφήστε το να ολοκληρώσει την ερώτησή του και μη βιάζεστε να απαντήσετε, γιατί μπορεί να καταλάβετε τι γνωρίζει ήδη ή αν έχει παρερμηνεύσει κάποια πράγματα. Περιμένετε ότι το παιδί θα σας ρωτήσει ξανά και ξανά για το ίδιο πράγμα, κάτι απολύτως φυσιολογικό. Είναι, επίσης, πολύ πιθανό να αρχίσει το παιδί να σας κάνει ερωτήσεις σε ακατάλληλο χώρο ή μπροστά σε άλλους. Αν συμβεί κάτι τέτοιο, αποφύγετε να το μαλώσετε και να το κάνετε να αισθανθεί ντροπή μπροστά σε άλλους. Μπορείτε να πείτε στο παιδί με σταθερό τόνο: «Είναι ενδιαφέρον αυτό που ρωτάς, αλλά θα το συζητήσουμε όταν θα είμαστε μόνοι μας».

  Οι γονείς χρειάζεται να προετοιμάσουν τα παιδιά τους, γιατί το σεξ είναι μία από τις βασικότερες λειτουργίες της ζωής. Η υγιής και ισορροπημένη σεξουαλική ζωή παίζει καθοριστικό ρόλο στη γενική ισορροπία του ατόμου, στην ψυχική του υγεία και στη δημιουργία ικανοποιητικών ερωτικών και συναισθηματικών δεσμών. Είναι, επομένως, πολύ σημαντικό να προετοιμαστεί το παιδί σωστά για τις πρώτες σεξουαλικές του εμπειρίες. Υπάρχει η παρεξηγημένη πεποίθηση ότι όταν το παιδί γνωρίζει για το σεξ, χάνει την αθωότητά του. Όταν όμως το παιδί γνωρίζει για το σεξ, ξέρει τι θέλει και τι όχι και μπορεί να το εκφράσει και να το ελέγξει. H άγνοια εμποδίζει την εξέλιξή του σε έναν ισορροπημένο ενήλικο.
  Τέλος, θα πρέπει να προσέξετε τι δεν πρέπει να κάνετε, για παράδειγμα μην πείτε στο παιδί σας «Δεν είσαι αρκετά μεγάλος/η για να συζητήσουμε αυτό το θέμα». Επίσης μην πιέζετε το παιδί να συζητήσετε για το σεξ, γιατί θα δυσκολευτεί να σας μιλήσει ελεύθερα. Μην πειράζετε το παιδί σας και μην αφήνετε άλλους να το πειράζουν όταν περνάει στη φάση της εφηβείας και το σώμα του αλλάζει. Και τέλος μην κάνετε πολλά αστεία όταν μιλάτε για το σεξ, γιατί το παιδί θα νομίσει ότι δεν είναι πολύ σοβαρό θέμα.
  Η σωστή ενημέρωση για τη σεξουαλική ζωή, τους μύθους και τις αλήθειες γύρω από το σεξ, την αντισύλληψη και την προφύλαξη από τα σεξουαλικώς μεταδιδόμενα νοσήματα προετοιμάζουν τον έφηβο να δημιουργήσει στο μέλλον βαθιές και ουσιαστικές διαπροσωπικές σχέσεις. Με το να μιλήσουν οι γονείς για το σεξ στο παιδί τους, το ίδιο λαμβάνει το μήνυμα ότι οι γονείς του αποδέχονται τη σεξουαλικότητά του, είναι δίπλα του και το εμπιστεύονται.

Κυριακή 4 Μαρτίου 2012

Πόσο έμπιστοι είμαστε και πόσο εύκολα μπορούμε να εμπιστευτούμε;


 Εμπιστοσύνη: Έντεκα γράμματα στην σειρά που όλοι αναγνωρίζουν αλλά πολλοί δεν έχουν νιώσει ακόμα την σημασία τους. Χρησιμοποιούμε κατ’ επανάληψη την λέξη αυτή, σαν μια κακή συνήθεια. Την δίνουμε σε λάθος ανθρώπους απερίσκεπτα ή την στερούμε από αυτούς που την αξίζουν χωρίς να σκεφθούμε τις συνέπειες της πράξης μας.
 Θα μπορούσαμε να πούμε πως ταλαντευόμαστε σε δύο κατηγορίες, από την μία εμπιστευόμαστε τους πάντες, αρνούμαστε να υποθέσουμε κάτι άσχημο εξ αρχής, δίνουμε το τεκμήριο της αθωότητας σε ανθρώπους που έχουμε ανάγκη και βέβαια η προδοσία είναι η συνηθισμένη ανταμοιβή. Δεν πτοούμαστε όμως και συνεχίζουμε, ώσπου κάποια ζεστή μέρα κι ας είναι χειμώνας ένας, μία, κάποιος, κάποια, αποδεικνύουν ότι δεν ψάχναμε άδικα. Τιμούν αυτό που δίνουμε και επιστρέφουν την αναμενόμενη ανταπόδοση. Τι κι αν χίλιοι μας πρόδωσαν; Απολαμβάνουμε την εξαίρεση, όσο κρατήσει βέβαια και θεωρούμε τους εαυτούς μας τυχερούς που βιώσαμε την εμπειρία της ασφάλειας που μας παρέχει ένα έμπιστο άτομο, ένας φίλος, ένας γνωστός, ο σύντροφός μας.
 Από την άλλη, πηγαίνουμε στην κατηγορία του να μην εμπιστευόμαστε κανέναν. Η σκιά μας ,ακόμη και αυτή είναι πιθανή ψεύτρα, κλέφτρα, καταχράστρια των συναισθημάτων μας. Κανείς δεν μπορεί να διαβεί τις άμυνες μας. Ότι και αν πει, όσο και αν προσπαθήσει όσα και να θυσιάσει δεν έχει καμία ελπίδα και του το ξεκαθαρίζουμε ώστε να τον απαλλάξουμε από την προσπάθεια. Κι αυτός ο καημένος ο άνθρωπος, ίσως πραγματικά να νοιάζεται, ίσως πραγματικά να το αξίζει. Όμως επιλέγουμε να μην το μάθουμε ποτέ. Και μαζί με αυτό, επιλέγουμε την μοναξιά μας. Δεν μοιραζόμαστε αυτό που είναι ουσιαστικό για εμάς. Μόνο τα ανούσια, τα ψυχρά, να αναίσθητα μας νοιάζουν να ανταλλάξουμε. Και ζούμε μια ζωή χωρίς απογοητεύσεις πιθανώς, αλλά και χωρίς εκπλήξεις δυστυχώς.
 Η εμπιστοσύνη είναι μια πολύ ευαίσθητη έννοια σε ένα ζευγάρι. Χωρίς την ύπαρξη εμπιστοσύνης η σχέση έχει ημερομηνία λήξης και το άτομο το οποίο δεν δείχνει την ανάλογη εμπιστοσύνη στον σύντροφό του , απλά δεν μπορεί να απολαύσει την ευτυχία που η σχέση του έχει την δυνατότητα να του προσφέρει. Έτσι με την πάροδο του χρόνου , η έλλειψη εμπιστοσύνης οδηγεί στην καχυποψία και η καχυποψία οδηγεί στην φθορά των συναισθημάτων και στην διάλυση της σχέσης.
 Η φθορά  αυτή συμβαίνει γιατί το άτομο το οποίο δεν μπορεί να εμπιστευτεί τον σύντροφο του , αναπόφευκτα αισθάνεται ότι απειλείται από αυτόν και βρίσκεται συνεχώς σε κατάσταση άμυνας. Όταν λοιπόν τηρούμε στάση άμυνας δεν είμαστε σε θέση να μοιραστούμε τα συναισθήματα μας και δεν είμαστε σε θέση να αφεθούμε στην σχέση, η οποία υπό άλλες συνθήκες μπορεί να μας παρασύρει και να μας οδηγήσει σε ένα ασφαλές και γεμάτο αγάπη περιβάλλον.
 Γιατί όμως δεν έχουμε εμπιστοσύνη στον σύντροφο μας ; Αν ρίξουμε μια ματιά στην κοινωνία γύρω μας θα ακούσουμε χιλιάδες ιστορίες απιστίας ή εκμετάλλευσης σε σχέσεις γνωστών και φίλων. Από την άλλη πάλι σαφώς και οι ίδιοι θα έχουμε βιώσει στο παρελθόν καταστάσεις με πρώην συντρόφους οι οποίες κλόνισαν την εμπιστοσύνη μας στο αντίθετο φύλο. Όλα αυτά μας κάνουν καχύποπτους και συντηρητικούς και δυστυχώς μας μειώνουν την εμπιστοσύνη προς το περιβάλλον και ειδικότερα προς τον σύντροφο μας. Αυτή η μείωση της εμπιστοσύνης μας σε κάποιες περιπτώσεις μας απαλλάσσει από πιθανά προβλήματα αλλά σε κάποιες άλλες μας στερεί το να συμπεριφερόμαστε όπως εμείς θα θέλαμε κρύβοντας έτσι τον αληθινό και αυθεντικό μας εαυτό.
 Η αλήθεια είναι πως όλοι διαθέτουμε έναν εσωτερικό μηχανισμό, απολύτως επιτυχημένο, να αναγνωρίζουμε τους ανθρώπους που πραγματικά αξίζουν την εμπιστοσύνη μας. Για να διακρίνουμε τους ανθρώπους που μπορεί να μας σώσουν τη ζωή από αυτούς που μπορεί να την καταστρέψουν, πρέπει να είμαστε υπεύθυνοι, ειλικρινείς –με μια λέξη αξιόπιστοι– προς τον εαυτό μας. Μάλιστα, μπορεί να σας φαίνεται περίεργο, αλλά είμαστε πολύ πιο συχνά αναξιόπιστοι προς τον εαυτό μας απ’ όσο συνειδητοποιούμε. Η ειλικρίνεια μας και η εξωτερίκευση της προς τους άλλους μας κάνει πιο δυνατούς και έτοιμους να δεχτούμε στη ζωή μας τους ανθρώπους με κάθε κόστος.

«Η ευτυχία της καρδιάς βρίσκεται στην εμπιστοσύνη.»
«Εμπιστέψου τους ανθρώπους κι αυτοί θα σ’ εμπιστευτούν, μεταχειρίσου τους μεγαλόψυχα και θα σου δείξουν τη μεγαλοψυχία τους.»